Η ΚΛΑΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
ΤΗΣ ΝΟΤΙΑΣ ΙΝΔΙΑΣ
(συνέχεια)

Τα μουσικά κομμάτια


Η καρνατική μουσική χωρίζεται σε δύο βασικές κατηγορίες. Τα κομμάτια που είναι ήδη «γραμμένα» (στην ουσία όχι γραμμένα, αλλά τέλος πάντων έχουν εφευρεθεί από ένα συνθέτη), που λέγονται 'Kalpita' (κατά λέξιν: αυτό που διδάσκεται, γιατί πράγματι οι μαθητές απ’αυτά ξεκινούν) και τα κομμάτια που αυτοσχεδιάζονται, τα 'Manodharma' (που φυσικά είναι για προχωρημένους και γνώστες). ΄Ετσι κάθε καλλιτέχνης πρέπει να μάθει όχι μόνον ένα τεράστιο ρεπερτόριο από γνωστά τραγούδια, αλλά και να δημιουργεί μουσική. 

Η ινδική μουσική γενικά δίνει πολύ μεγάλη σημασία στον αυτοσχεδιασμό. ΄Ενα κομμάτι μπορεί να παιχτεί με άπειρους τρόπους, ανάλογα με τη δημιουργικότητα του καλλιτέχνη. Οι ράγκας και τα τάλλας δίνουν τη βάση και για τη σύνθεση και για τον αυτοσχεδιασμό. 
Η καρνατική μουσική βασίζεται στη φωνητική μουσική. Παρ’όλο που υπάρχει μιά πλούσια παράδοση καθαρά ορχηστρικής μουσικής, δεν είναι άλλο από διασκευή για όργανα μορφών που δημιουργήθηκαν για την ανθρώπινη φωνή.


Ινδία. Η Λήδα σε μάθημα φωνητικής με τον σπουδαίο τυφλό βιολιστή T.K. Padmanabhan

M.S. Subulalakshmi, τραγουδίστρια καρνατικής μουσικής

Τα μέρη της συναυλίας 

Η συναυλία συνήθως αρχίζει με ένα μέρος αυτοσχεδιαστικό, το alapa, η alapana. που παίζεται σε ελεύθερο ρυθμό, χωρίς συνοδεία τυμπάνων, και συνήθως χωρίς συγκεκριμένους στίχους, και προσφέρει μιάν ευκαιρία να παρουσιαστεί το ράγκαμ στο κοινό και, συνάμα, να επιτρέψει στον καλλιτέχνη να επιδείξει τις αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες. 
Μπορεί όμως η βραδιά να αρχίζει και με ένα Varanam, που κυριολεκτικά σημαίνει «περιγραφή»: αυτό χρησιμεύει ως ζέσταμα κι έχει ως στόχο να ξεδιπλώσει τις σημαντικές πτυχές του ράγκαμ.

Αυτή ακολουθείται από τα krit, μιά (φωνητική συνήθως) σύνθεση στο ίδιο ράγκαμ, που συνήθως αποτελείται από τρείς στροφές: pallavi, anupallavi και charanam. Κάθε στίχος μπορεί να εμπλουτιστεί με μελωδικά ποικίλματα. Τα δύο τελευταία μέρη ακολουθούνται από μιά επανάληψη του pallavi (κάπως σαν ρεφραίν). Στην αρχή και στο τέλος του κρίτι, υπάρχει η δυνατότητα για ακόμα λίγο αυτοσχεδιασμό. Το μεγαλύτερο μέρος του ρεπερτορίου των συνθέσεων της νότιας Ινδίας ανήκει στους τρείς συνθέτες (Tyagaraja, Muthuswami Dikshitar, και Syama Sastri) που αναφέραμε πριν. 
Άλλη συνηθισμένη αλληλουχία είναι το ragam-tanam-pallavi, ένα μακροσκελές μέρος, κυρίως αυτοσχεδιαστικό, όπου ένας στίχος με τη μελωδία του, το pallavi, γίνεται αντικείμενο εκτενούς εξέλιξης και παραλλαγών.
Άλλες μορφές που χρησιμοποιούνται στην κλασική μουσική της νότιας Ινδίας προέρχονται από το μουσικό ρεπερτόριο του Μπάρατα Νάτυαμ. 
Εκτός από το varnam, έχουμε το Padam και το javali, δύο είδη ερωτικών τραγουδιών που έχουν και θρησκευτικό υπόβαθρο, και την Tillana. Το κείμενο της τιλλάνα αποτελείται κυρίως από συλλαβές χωρίς νόημα, μεταξύ των οποίων συχνά και οι ονοματοποιηκές συλλαβές που αναπαριστούν τους ήχους των κρουστών. Είναι πολύ ρυθμικό κομμάτι, συνήθως με γρήγορο τέμπο. 
Κατά τη «χρυσή εποχή» της καρνατικής μουσικής (από τα τέλη του 19ου αιώνα στα μέσα του 20ου), οι συναυλίες διαρκούσαν πάνω από πέντε ώρες, και συνήθως περιείχαν όλα τα είδη μουσικής που αναφέραμε. Στη σημερινή εποχή όμως, που δεν διακρίνετια για την υπομονή της, ο χρόνος της συναυλίας έχει συρρικνωθεί στις 2,5-3 ώρες, και η μορφή συμπυκνώνεται αντίστοιχα.


Τα όργανα

Σήμερα η ορχήστρα της κλασικής μουσικής της νότιας Ινδίας αποτελείται από έναν τραγουδιστή ή ένα κύριο μελωδικό όργανο, ένα δευτερεύον μελωδικό όργανο, δύο ή περισσότερα κρουστά και ένα ή δύο όργανα που κρατούν το μπάσο. 

Μουσικός. Βιολί, Ινδία Μουσικός. Κρουστά, Ινδία Μουσικοί. Ινδία

Τα πιό συνηθισμένα μελωδικά όργανα είναι η vina, ένα είδος επτάχορδου λαούτου με δακτυλοθέσια (τάστα) και μακρύ λαιμό, το venu, που είναι ένας πλάγιος καλαμένιος αυλός, το nagaswaram, ένα μακρύ όργανο με διπλό γλωσσίδι της οικογένειας του όμποε, με τρύπες για τα δάχτυλα, το βιολί, δυτική «εισαγωγή» που ήρθε στην Ινδία πριν δύο αιώνες περίπου, και το gottuvadyam, ένα λαούτο με μακρύ λαιμό, αλλά χωρίς δακτυλοθέσια (τάστα), που παίζεται σαν τη χαβανέζικη κιθάρα.

Το βιολί είναι το συνηθέστερο δευτερεύον μελωδικό όργανο στη νότια Ινδία, και συνήθως παίζει την ίδια μελωδία με το πρωτεύον και τη φωνή, ή τα μιμείται κατόπιν στα αυτοσχεδιαστικά μέρη. 

Από τα κρουστά, το πιό κοινό –και το αρχαιότερο, με ρίζες από το 1.000 π.Χ.- είναι το mridangam, ένα μακρουλό (σχεδόν 70 εκ.) ξύλινο τύμπανο (παλιά ήταν κεραμικό) σε σχήμα διπλού κώνου, με δερμάτινη κεφαλή κι απ’τις δυό μεριές. Η μία κεφαλή χρησιμοποιείται για τα στολίσματα και η άλλη για τα μπάσα. Υπάρχουν όμως κι άλλα, όπως το kanjira (ντέφι) το ghatam (είδος πήλινης νταραμπουκας αλλά χωρίς δέρμα στο κεφάλι) κ.ά.

Το πιό συνηθισμένο όργανο μπάσου είναι η τετράχορδη tambura ή tampura, ένα λαούτο με μακρύ λαιμό, χωρίς τάστα (συγγενικό με τον ελληνικό ταμπουρά). Συνοδεύει τη φωνή και όλα τα μελωδικά όργανα, εκτός από το nagaswaram, που συνήθως συνοδεύεται από το ottu, ένα μακρύτερο nagaswaram χωρίς τρύπες για τα δάχτυλα. Ένα είδος αρμόνιου σε κουτί, που κινείται με το χέρι, το sruti, καμιά φορά αντικαθιστά το ottu ή την tambura.


  Μιά πολύ πληρέστερη παρουσίαση γίνεται στο νέο εικονογραφημένο βιβλίο
" Μπάρατα Νάτυαμ"
που έγραψαν η Λήδα Shantala και η Ιρένε Μαραντέϊ.
Πληροφορίες στη γραμματεία του Shantom, τηλ. 210-6717529.


Αρχική Λήδα Shantala | Σύντομο βιογραφικό | Χοροθέατρο | Ταξίδια | Shantom | Γιόγκα | Iνδικός χορός
Χοροθεραπεία |
Ενοικίαση αιθουσών | Τα ΝΕΑ μας | Μαθήματα | Εβδομαδιαίο πρόγραμμα| Σεμινάρια
Εναλλακτικές θεραπείες | Εκδηλώσεις | Οδηγίες πρόσβασης | Sitemap | Credits | Hom
e

Τελευταία ενημέρωση της σελίδας: 10 Aυγούστου 2006